Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2009

Πλουτίζω το λεξιλόγιό μου



τα συμπαρομαρτούντα:

1. επακόλουθα, παρεπόμενα.

2. ό,τι αποτελεί συμπλήρωμα: Mια εικόνα του Aδάμ, της Eύας με το φίδι και με όλα τα συμπαρομαρτούντα. [λόγ. μεε. ουδ. πληθ. αρχ. συμπαρομαρτῶ `συνοδεύω΄ μτφρδ. γαλλ. ή αγγλ. concomitant]


το παρεπόμενο:

αυτό που εμφανίζεται ως συνέπεια, ως επακόλουθο ή ως αποτέλεσμα (μιας ενέργειας, απόφασης, σκέψης κτλ.). (στον πληθ., γραμμ.) τα διάφορα απαραίτητα γνωρίσματα των ονομάτων και των ρημάτων που προσδιορίζουν την έννοιά τους· συνακόλουθα: Παρεπόμενα των ονομάτων είναι το γένος, η κλίση, ο αριθμός και η πτώση. [λόγ. εν. < ελνστ. τά παρεπόμενα `συνακόλουθες συνθήκες΄]

τα παραφερνάλια:

από το επιρ. παρά καί το ρ. φέρω, δηλαδή αυτά που φέρονται από κάποιον. Με απλά λόγια, τα εξαρτήματα, αυτά που κουβαλάει κάποιος μαζί του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου