Κυριακή 23 Μαΐου 2010

Σχετικά με τα γαλλικά...



ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΜΑΘΩ ΓΑΛΛΙΚΑ - ΕΡΓΑΣΙΑ

Σημαντικός εμπορικός και οικονομικός κόμβος.

Τα δύο τρίτα του ευρωπαϊκού εμπορίου διακινούνται μέσω Γαλλίας.

Δεύτερος βιομηχανικός εταίρος της Ελλάδας.

Πρώτη παγκόσμια γλώσσα στις ταχυδρομικές υπηρεσίες.

Η πέμπτη εμπορική δύναμη στον κόσμο και τρίτη χώρα υποδοχής ξένων επενδύσεων.

Η τέταρτη οικονομική διεθνής δύναμη.

Πρώτη παγκόσμια δύναμη στη βιομηχανία αρωμάτων, καλλυντικών προσώπου. Πρώτη στην αεροναυπηγική Πρωτοπόροι στην κατασκευή τρένων υψηλής ταχύτητας540x

Τέταρτη στη βιομηχανική παραγωγή αυτοκινήτων

Πρώτη ευρωπαϊκή αγροτική δύναμη και δεύτερη παγκοσμίως μετά τις Η.Π.Α

130 γαλλικές θυγατρικές εταιρείες που απασχολούν πάνω από 35.000 εργαζόμενους στην Ελλάδα σε σημαντικούς κλάδους της ελληνικής παραγωγής (αλουμίνιο Το Αλουμίνιο της Ελλάδος είναι η εταιρεία στην οποία ανήκει το μοναδικό εργοστάσιο της Ελλάδος για πρωτογενή παραγωγή αλουμινίου. Βρίσκεται στο Νομό Βοιωτίας και ιδρύθηκε το 1960 από τη γαλλική εταιρεία Πεσινέ (Pechiney), τράπεζες Εμπορική, Γενική, Πειραιώς - Η BNP Paribas, η Caisse d' Epargne και η Societe Generale αναμένεται να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στα ελληνικά τραπεζικά δρώμενα. , λιπάσματα - πολυεθνικός όμιλος Γαλλικών συμφερόντων " GROUPE ROULLIER, τηλεπικοινωνίες, διαστημικές εφαρμογές - Alenia, Alcatel, EADS, ενέργεια - Την υλοποίηση επενδύσεων ύψους 500 εκατ. ευρώ ξεκινά στην Ελλάδα η γαλλική εταιρεία ηλεκτρισμού Electricite de France - Στη Γαλλία κατασκευάζεται επίσης ο διεθνής πειραματικός αντιδραστήρας Iter , φαρμακευτικά προϊόντα και καλλυντικά, ηλεκτρολογικός εξοπλισμός - , κατασκευαστικές Την πρώτη και δεύτερη θέση καταλαμβάνουν δύο γαλλικές εταιρείες, η Boygues και η Vinci, με τζίρο 30,4 εκατ. ευρώ και 29,6 εκατ. ευρώ αντίστοιχα για το 2007). Γαλλόφωνες πολυεθνικές εταιρείες σταη διανομή προιόντων, είδη πολυτελείας, αεροναυπηγική αυξάνουν τον κύκλο εργασιών τους με την πάροδο του χρόνου.


ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

Η Γαλλία είναι η πρώτη επενδύτρια χώρα στην Ελλάδα (2006) 100 θυγατρικές εταιρείες της απασχολούν πάνω από 30000 άτομα (εκτός διανομέων). Τρίτη χώρα σε ξένες επενδύσεις στον κόσμο μαζί με την Κίνα. Πρώτη σε επενδύσεις στην Ευρωζώνη η Γαλλία Αλλά και το 2005 οι επενδύσεις της Γαλλίας στην Ελλάδα ήταν πολύ κοντά στις Η.Π.Α Επενδύσεις Ξένων στην Ελλάδα το 2005


Επίδραση της γαλλικής γλώσσας στην ελληνική σε πολλούς τομείς:

Δεν υπάρχει καμία πρόθεση απόλυτης ή αποκλειστικής κατηγοριοποίησης για τις ακόλουθες λέξεις. Απλώς καταχωρούνται στον α ή β τομέα σύμφωνα με την επιλογή μου, σύμφωνα με προσωπικά και σχετικά υποκειμενικά κριτήρια. Ενδεικτικά η λέξη α) σπορτίφ μπορεί να παραπέμπει σε αθλητικά αυτοκίνητα, ρούχα, αθλητικό πρότυπο ή β) το ταμπλό του αυτοκινήτου, του μπάσκετ κτλ. Σίγουρα και για κανένα λόγο δεν θέλω να περιορίσω την ευρύτητα της χρήσης ενός όρου σε ένα και μόνο τομέα ή πάλι γ) τα κουλόμπ, πασκάλ, μπεκερέλ εκτός από όροι της Φυσικής αποτελούν επίσης και μονάδες μέτρησης.


1. ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ - Μέσα μεταφοράς Σχεδόν όλα τα μέρη και τα εξαρτήματα αυτοκινήτου (αλερετούρ, αβάνς, αμορτισέρ, αξεσουάρ, βαγκόν-λί, βολάν, (άμαξα) βιζαβί, γρανάζι (engrenage) βουλκανιζατέρ, γλασάρω, ντιστριμπυτέρ, δυναμό, εξπρές, ζιγκ-ζαγκ, μοτέρ, καπό, καμιόνι, καμπριολέ, κλατάρω, ταμπλό, παρμπρίζ, καρμανιόλα, καροσερί, κοντέρ, κουπέ, λεβιές, λιμουζίνα, πορτ μπαγκάζ, μπουζί, μαρσπιέ, μαρσάρω, μαρσάρισμα, μοτοκρός, μοτοσικλέτα, μοτοσικλετιστής, μαρσπιέ, μπλοκέ (διαφορικό), μπεκ (εγχυτήρας), μπενζίνα, μπουλόνι, αμπραγιάζ, ντεμπραγιάζ, ντελαπάρισμα, ντελαπάρω, οτομοτρίς, παρκόμετρο, πεντάλ, πετάλι, πουάρ βενζίνης, σαμπρέλα, σασμάν, ρεζερβουάρ, ρεκτιφιέ, ρελαντί, ρεπρίζ, ροντάρω, ροντάρισμα, σεβρό (φρένων), συσπανσιόν, σασί, σιλανσιέ, σοφέρ, σοφερίνα, σοφάρω, ταξί, ταμπούρο, τετ-α-κέ, τραμ, φρένο, καρμπιρατέρ, σπορτίφ) κ.α.

2. ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ - Θέατρο - Ψυχαγωγία (αβαν-γκαρντ, ανιματέρ, αζάν προβοκατέρ, ανφάν γκατέ, αλμανάκ, ατραξιόν, βερσιόν, βαμπίρ, βαριετέ, βωντεβίλ, γκάμα, μιξάζ, μοντάζ, ενσταντανέ, εφέ, εκράν, καμουφλάζ, καμουφλάρω, εξιτάρω, ντεκαλάζ, ντεκουπάζ, ντεκουπάρω, ντοκυμαντέρ, κανκάν, καφεθέατρο, καντράζ, καρέ καρέ, κοζερί, κλακέτα, κομεντί, κασκαντέρ, κλισέ, μαριονέτα, αμπιγιέρ, αμπιγιέζ, ανγκαζέ, γκρο πλαν, πλατό, πλατφόρμα, μακιγιέρ, μακιγιέζ, μαρκίζα, μετρ, μοντέρ, νουβέλ βαγκ, ντουμπλάρω, φεστιβάλ, φιλμ νουάρ, γκισέ, οντισιόν, ενζενί, μπουάτ, ζεν πρεμιέ, κλακ, κλακέρ, μαγκαζίνο, ντεκόρ, οπερατέρ, ποτ πουρί, πρεμιέρα, ράμπα, ρεπερτόριο, ρεπεράζ, ρεπορτάζ, ρεζισέρ, ρεζουμέ, ρολάρω, ρόλος, σεκάνς, σουμπρέτα, σουξέ, τακτ, ταρτούφος, τετ-α-τετ, τουρνέ, τρακ, φετίχ, φουαγιέ, φωτομοντάζ, φαμ φατάλ, φαντομάς, φωτορομάντζο, χιουμοριστής ή χιουμορίστας, ανκόρ) κ.α.

3. ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ (αερομοντελισμός, βολέ, ρεπεσάζ, ρεβάνς, ζετέ, επολέ, αρασέ, βιράζ, γκραν πρί, γκαλόπ, γκραν γκινιόλ, γκανιάν, γιούπι, εξτρέμ, κανό, κουλουάρ, κάσκα, κλακάζ, κράμπα, κουντεπιέ, κούρσα, κροσέ, κροκέ, λάσο, λισάνς, λουμπάγκο, μαζορέτα, μανούβρα, μαρς, μασκότ, μπαράζ, μπατόν, μποξέρ, μοντελισμός, μποϊκοτάζ, μπρα ντε φερ, ντεμαράζ, ντρεσάζ, ντρεσάρω, ντιρέκτ, παλμαρέ, πλονζόν, παρκούρ, παρκέ, πασέρ, πατινάζ, πατινάρω, πατίνι, πελότα, πλασέ, πλασάρισμα, πλασάρω, ρεκόρ, ρελάνς, ρεφλέξ, σαμποτάζ, σαμποτέρ, σερβίς, σικέ, σιρκουί, σεπαρέ, σκιέρ, τάπα, τατουάζ, τερέν, τουρνουά, τρασέρ, τρασέζ, φαβορί, φιλέ, φιναλίστ) κ.α.3.α Σκάκι (αν πασάν, πιόνι, ροκέ, ρουά, ματ, ρεν) 3.β Χορός-ΜΠΑΛΕΤΟ (βαλς, πα ντε ντε, πα ντε πατινέρ, πα ντε τρουά, μπουρέ, πλιέ, ρελεβέ, γκραν πλιέ) 3.γ Καζίνο (faites vos jeux, rien ne va plus, μπακαράς, μπαλαντέρ, σεμέν ντε φερ, κρουπιέρης) Επίσης το λουτζ που μας το θύμισε ο πρόσφατος θάνατος του Γεωργιανού αθλητή στην φετινή χειμερινή ολυμπιάδα. δ Όλοι οι όροι της ξιφασκίας όπως επέ, σαμπρ, φλερέ

4. ΜΟΝΑΔΕΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ (κιλό, μέτρο, μικροσεκόντ, νανοσεκόντ, τιράζ, τονάζ, τόνος) κ.α.

5. ΑΓΟΡΑ (αγκαζάρω, αλά καρτ, αμπαλάζ, αρμπιτράζ, ατού, αφίσα, βαλέρ, βιταμίνη, βιτρίνα, γκανιότα, γκαραντί, γκαλά, γκίνια, γκρουπ, ετικέτα, είδη μπεμπέ, εκτάριο, έξτρα, ζερό, ιμιτασιόν, καρτ ποστάλ, καφετερία,(το) κλου, καμποτάζ, κουβέρ, Κομισιόν, καρνάβαλος, καρναβάλι, κασέ, κομφόρ, κουπόνι, κουλέρ λοκάλ, κρουαζιέρα, λακές, λανσάρω, λουξ, μπαλ μασκέ, μίζα, μουαγιέν, μπαζάρ, μπιενάλε, μπροσούρα, ναπολεόνι, ντεκλαρέ, ντεκαφεϊνέ, ντεμί σεζόν, ντεπώ, ντιρεκτίβα, ντισκοτέκ, ντοσιέ, πανσιόν, πριβέ, πανό, πίστα, πλαζ, πορτμονέ, πριμ, ραφινέ, ρεβεγιόν, ρεκλάμα, ρεσεψιόν, ρεσεψιονίστ, ρεφάρω, ταμπλ ντοτ, πουρμπουάρ, πλαφόν, ρεζερβέ, ρέντα, ρεπό, ρουλέτα, σαμουά, σουαρέ, σουβενίρ, σπιράλ, φαβορίτος, φαντεζί, φέιγ βολάν, φιλιγκράν) κ.α.

6. ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ (αλτερνατίβα, αλτρουισμός, αμοραλισμός, αμφεταμίνη, αντικέρ, ακτουαλισμός, απόρτ, αριβισμός, αρμ, αρμονίστας, ασπιρίνη, αυτισμός, βαρόνος, βαρβιτουρικά, βενζίνη, βιταλισμός, βουδισμός, βουδιστής, βρυόφυτα, βολονταρισμός, βιμπραφόν, βιμπραφωνίστας, βιολονίστας, βανδαλισμός, γκάφα, γρίππη, εβραϊσμός, εβραϊστής, ελίτ, ελιτισμός, εμιγκρέ, εμουλσιόν, εμπρεσιονισμός, εξπέρ, εξτρεμισμός, εξτρεμιστής, εξτρεμίστρια, εξπρεσιονισμός, ιρασιοναλισμός, καλαμπούρι, κανάγιας, καφεσαντάν, κονφερανσιέ, κοκότα, κολάπσους, κολεκτιβιστικός, κολορίστας, κομμουνισμός, κομμουνιστής, κονστρουκτιβισμός, κονσερβατουάρ, κοοπερατίβα, κρετίνος, κρετινισμός, γκαρσόν, ζαργκόν, ζογκλέρ, ζιγκολό, ζαμανφουτισμός, μπον βιβέρ, κονεσέρ, καουτσούκ, κλίκα, κλοσάρ, κονσομασιόν, κολίτιδα, κορτικοθεραπεία, κρεμ ντε λα κρεμ, λαπαλισμός, μακάβριος, μανικιούρ, μανικιουρίστ, μανιερισμός, μαρξισμός, μαρξιστής, μαρκετερί, μασίφ, ματιέρα, μερκαντιλισμός, μεφιτικός, μεφιτισμός, μιλιταρισμός, μιλιταριστής, μοντελίστ, μοδίστρα, μορφίνη, μορμονισμός, μορμόνος, μπαλαρμάς, μπελ επόκ, μπεμόλ, μπετόν, μπετον αρμέ, μπετονιέρα, μποέμ, μπουρζουάς, μπουαζερί, μπιζουτερί, μπουλανζερί, μυδράλιο, νατουραλισμός, νατουραλιστής, νεοεμπρεσιονισμός, ντεγκραντέ, ντεμπούτο, ντεφετισμός, ντεφετιστής, ντεσού, ντικταφόν, νικοτίνη, νομιναλισμός, νομιναλιστής, ντιζέρ, ντιζέζ, ντικτέ, οπορτουνισμός, οπορτουνιστής, οπτιμισμός, οπτιμιστής, ορ τεξτ, ουνιβερσαλισμός, ουρμπανισμός, παρκετάρω, παρκετέζα, παρλαμάς, πατρονίστ, περσοναλιστής, περσοναλίστρια, παρσισμός, παρφουμαρίζομαι, παρφουμάρομαι, πασιφισμός, παρτενέρ, παστεριώνω, πενικιλίνη, πεπτίδιο, πεσιμισμός, πεσιμιστής, πεσιμίστρια, πεψίνη, πιερότος, πιετισμός, πιετ-α-τερ, πιονιέρος, πιονιέρισσα, πλανάρω, πλασιέ, πλατερέσκ, πλουραλισμός, ποστρεστάντ, πριμιτιβισμός, πριμιτιβιστής, προβοκάτορας, προτεκτοράτο, προτεσταντισμός, ράγα, ραμποτέ, ράντα, ραντιέρης, ρασιοναλισμός, ρασιοναλιστής, ρεαλιστής, ρεαλίστρια, ρεβιζιονισμός, ρεζιοναλισμός, ρεβιζιονιστής, ρελατιβισμός, ρεπροντιξιόν, ρεφορμισμός, ρεφορμιστής, ρεφορμίστρια, ριλάξ, ριφιφί, ρομανικός, ροντό, ρουμπρίκα, σαβουάρ βιβρ, σαδισμός, σαδιστής, σαδίστρια, σανατόριο, σανφασόν, σαξόφωνο, σαξοφωνίστας, σενσουαλισμός, σεξ, σεξισμός, σεξιστής, σεξίστρια, σεξουαλισμός, σερβάντα, σερβί, σιρόπι, σιωνισμός, σιωνιστής, σιωνίστρια, σταζ, σοβινισμός, σοβινιστής, σοβινίστρια, σοκ, σοκάν, σοκάρω, σταζιέρ, βαλές, στριπτιζέζ, στριπτιζέρ, φαρσέρ, καρτέλ, ντεκορατέρ, πεντικιούρ, σοβιέτ, σολίστ, σολιψισμός, σοσιαλισμός, σουρεαλισμός, σουρεαλιστής, σουρεαλίστρια, σουρντίνα, σουφραζέτα, στέπα, στιλίστας, ταμπλέτα, ταμπόν, τανίνη, ταπετσιέρης, τέρα, τερμίτης, τερορισμός, τικ, τοτέμ, τοτεμισμός, τούνελ, τραβεστί, τραπιστής, φιξ, τριολέτο, τροβαδούρος, τροτέζα, τσιτάτο, υβρίδιο, φαβοριτισμός, φανατισμός, φασόν, φαταλισμός, φαταλιστής, φαταλίστρια, φεμινισμός, φεμινιστής, φεμινίστρια, φετιχισμός, φετιχιστής, φετιχίστρια, φοβισμός, φοβιστής, φονταμανταλισμός, φονταμανταλιστής, φονταμανταλίστρια, φορμαλισμός, φορμαλιστής, φορμαλίστρια, φουτουρισμός, φουτουριστής, φουτουρίστρια, φραξιονισμός, φραξιονιστής, χοληστερίνη, ζουρ φιξ, καμπαρέ, καμπαρετζού) κ.α.

7. ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ - ΠΛΑΣΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ (ανφάς, ρετούς, ρετουσάρω, βερνισάζ, βινιέτα, χρώματα: παλ, ακαζού, βεραμάν, γκρενά, γκουάς, γκοφρέ, γκροτέσκο, ιβουάρ, ιλουστρασιόν, εκρού, καντριγιέ, κρεμ, κρεπ, κρεπ ντε σιν, λιλά, ματ, μιλιμετρέ, μοβ, μπατίκ, μπεζ, μπλε μαρέν, μπλε ρουά, μπορντό, μπλοκ, μπρονζέ, ναΐφ, ντεσέν, οβάλ, οξυντέ, οπάλ, παστέλ, πλακέ, πλακέτα, πορτρέτο, πουά, πουαντιλισμός, προφίλ, ροζ, ροζέ, ροκοκό, σαμπανί, σιελ, σικλαμέν, σιλουέτα, σωμόν, ταμπά, τυρκουάζ, φουμέ ή φυμέ, φωσφοριζέ, χακί, χρωμέ) κ.α.

8. ΣΥΣΚΕΥΕΣ, εξαρτήματα, Τομείς της τεχνολογίας Μέσα μεταφοράς όπως (αεροπλάνο, αερόστατο, βιζέρ, ράδιο, τρένο, τρακτέρ, βαγκονλί, γκιλοτίνα, εταζέρα, τελεσιέζ, τελεφερίκ, σεσουάρ, στιλό, ασανσέρ, αντάπτορας, μονόκλ, μπρελόκ, καντράν, αμπούλα, ασανσέρ, βάνα, ηλεκτροσκόπιο, ηλεκτροσόκ, καλοριφέρ, κασπό, κομπρεσέρ, κοντέρ, κοντρόλ, καναντέρ, μπαλαντέζα, μπουτόν, ντουί, οβίδα, πένσα, πορτμαντό, πρίζα, ρακόρ, ρουλεμάν, ταμπλό, τανάλια, τορπίλη, υδροπλάνο, φις, φρέζα, φριτέζα) κ.α.

9. ΜΑΓΕΙΡΙΚΗ - ΖΑΧΑΡΟΠΛΑΣΤΙΚΗ (κρουασάν, απεριτίφ, αντσούγια, (αλά) κρεμ, βελουτέ, βερμούτ, βοναπαρτισμός, βινεγκρέτ, βολοβάν, γαρνίρω, γαρνιτούρα, ρύζι γλασέ, γραβιέρα, γκρανουλέ, γκουρμέ, γκουρμάν, γκοφρέτα, εκλέρ, εβαπορέ, εστραγκόν, ζελέ, ζαμπόν, καλορί, καναπεδάκι(α), καροτίνη, κουβερτούρα, κρεμ καραμέλ, καραμελιζέ, καφές, καφείνη, καφετιέρα, κεφίρ, κιλότο, κινίνη, κονκασέ, κονσομέ, κρέμα πατισερί, κοτιγιόν, κοτολέτα, κονφί, κρέπα, κρεπερί, κροκάν, κρουτόν, κροκέτα, λικέρ, μαγιονέζα, μαρένγκα, μαργαρίνη, μαρμπρέ, μαρμελάδα, μαρμίτα, μενού, μιλφέιγ, μον αμούρ, μπαγκέτα, μπαμπάς, μπατόν σαλέ, μπεσαμέλ, μπον φιλέ, μους ο σοκολά, μινιαρντίζ, μπουγιαμπέσα, μπεζές, μπεν μαρί, μπιφτέκι, μπριός, νουά, νουγκά, νουγκατίνα, ντεμί, ντεμί γκλας, ντεμί σεκ, ομελέτα, παντεσπάνι, πατέ, πατισερί, πικνίκ, ποσέ, πουρές, ποτ-ω-φε, πουτίγκα, πραλίνα, πραλινέ, ραγού ή ραγκού, ρακλέτμ ρέβα, ρολό ή ρουλό, ρεστοράν, σαβαγιάρ, σαβαρέν, σαγκουίνι, σαλμί, σενιάν, σουβέρ, σορμπέ, σως, σως μπατόν, σωτάρω, σωτέ, σαμπάνια, σαμπανιζέ, σαντιγί, σουκρούτ, σπεσιαλιτέ, ταμπουλέ, τάρτα, τρούφα, φαρίν λακτέ, φραπέ, φρικασέ, φαρσί, φρουί γκλασέ ή φρουί γλασέ, φουαντρέ, φουαγκρά, φυμέ, φουκού, φλαμπέ, φραμπουάζ, προφιτερόλ, πτι μπερ, πτιφούρ, σουφλέ, σουπέ, σεφ, τρανς, φοντάν, φο-φιλέ, ογκρατέν)

10 MΟΔΑ α) ρούχα: ανσάμπλ, αζούρ, ασορτί, εμαγιέ, εβαζέ, εκάι, εξαντρίκ, ζαπονέ, ζιλέ, ζιπ κυλότ, κυλόττα, ζιπούνι, σάρπα, καλσόν, καμπαρντίνα, κομπινεζόν, καλτσόν, κασκόλ, κασκορσέ, κορσές, κολάν, κουάφ, κοτόν, κλος, κρετόν, κρέπι ή κρεπ, μαροκέν, λουτρ, μαγιό, μανσέτα, μανσόν, μαντό, μελόν (καπέλο), μουλινέ, μουσελίνα, μουφλόν, μπλουζόν, μπορντούρα, μπρετέλα, ριγέ, ζαρτιέρα, νεγκλιζέ, ντεκολτέ, ντρίλι, παντελόνι, παρεό, παλτό, πενιουάρ, μερσεριζέ, μπουφάν, μπέρτα, μπροντερί, ντεφιλέ, ντεπιές, ντραπέ, παπιγιόν, παγέτα, πατρόν, πελερίνα, πούδρα, πλισέ, πλισές, πονζέ, ρεγιόν, ρομπ ντε σαμπρ, σαμπό, σαντούκ, σικ, σινιέ, σοσόνι, σουέτ, ταγιέρ, τόκα, τρουά-καρ, τρικό, φουλάρι, φουρό, φράκο, φραμπαλάς, ωτ κουτύρ. β) 'γούνες': βιζόν, ετόλ, λουτρ, ρενάρ γ) 'υφάσματα': βισκόζ, βουάλ, εμπριμέ, αλπακάς, καμηλό, καρό, κοτλέ, λαμέ, μπροκάρ, ντουμπλεφάς, πικέ, πλατινέ, ρελιέφ, σατέν, σατινέ, σενίλ, ταφτάς, τούλι δ) 'ραπτική': αμπιγιέ, δαντέλα, καπιτονέ, κρουαζέ, κορσάζ, μανεκέν, μπουτίκ, ντεμοντέ, πασαρέλα, ρεβέρ, σουά σοβάζ, τρουακάρ, φερμουάρ, φεστόνι, φροτέ, πρετ-α-πορτέ) ε) κοσμήματα (κραγιόν, κολιέ, μενταγιόν, μπιζού, μπρασελέ, φο μπιζού) κ.α.


11. Αντικείμενα - χώροι σπιτιού - μέρη - ζώα-φυτά : (αμπαζούρ, αντιλόπη, αεροζόλ, αλέα, αμπρί, απαρτεμάν, απλίκα, βαζελίνη, βιτρώ, βουλεβάρτο, γκάζι, γκαζοζέν, γκαζιέρα, γκαζόν, γκαρσονιέρα, γρίλια, εσάνς, ζαρντινιέρα, ζούγκλα, κανίς, καρμπόν, καπότα, καρνέ, καναπές, κλουαζονέ, κονσόλα, κονφετί, καμπινές, καμιζόλα, καμπινέ, κολόνια, κλασέρ, λαμπατέρ, λαμπιόνι, λαντό, λούπα, (φακός), μοκέτα, μπαλόνι, μπερές, μπετόνι, μπιτόνι, μπιμπελό ή μπιμπλό, μπιντές, μπιμπερό, μπολ, μπομπόνι, μπουγιότα, μπριγκέτα, μπουκέτο, νάγια, νεσεσέρ, ντεπώ, ντους, οξυζενέ, οπσιόν, πανσές, παραβάν, παρτέρι, πασπαρτού, περφορατέρ, πιλοτή, πινέζα, πλαφονιέρα, πλερέζα, πορτατίφ, πουφ, ρεζεντά, ρετιρέ, ριντό, ρουζ, ρουμπινές, σαλόνι, σαλέ, σέπαλο, σεζλόνγκ, σεκρετέρ, σεμέν (σεμεδάκια), σομιές, σουίτα, σουμέν, σουπλά, σοφίτα, ταπισερί, φερφορζέ, φλοτέρ, σακ βουαγιάζ, σερπαντίνα, σιλό, σιφονιέρα, σκαμπό, στορ, τιρμπουσόν, λάμπες μπαγιονέτ ή μινιόν, ταλκ, τουαλέτα, τούγια, τσιντσιλά, φασαμέν, φοξ τεριέ). και πολλών άλλων επιστημών

12. Γράμματα και τέχνες : ακορντεόν, ακτιβισμός, αρ νουβό, αρ ντεκό, ατελιέ, αφίσα, γκαλερί, γκαλερίστας, γκραβούρα, κολάζ, μπαρόκ, ντοκτορά, ρεσιτάλ, ρεφρέν, ρετρό, σολφέζ, στιλ. κ.α

13. Λεπτότειχες ή μη κατασκευές - Αλουμινοκατασκευές αγγλέ, ρουστίκ, κοντραπλακέ, μπριγιάν, μπριγιαντίνη, λαμινέ, τραβέρσα, πόμολο, γαλβανιζέ, ζιργκόν, σαγρέ κ.α.

14. Κομμωτική :λακ, λοσιόν, μακιγιάζ, ντεμακιγιάζ, μακιγιάρω, κουπ, ποστίς, μιζανπλί, μπικουτί, περμανάντ, σαμπουάν, σινιόν, τουρμπάνι, φιλές, φιξάρω, φριζάρω, ωτ κουαφύρ

15. Χημεία, Φυσική' Στεδόν το σύνολο των συμβόλων της Χημείας προέρχονται από τα γαλλικά. (αιθυλένιο, ασετόν, ακρυλικό, αμίαντος, αμινο-, αμπέρ, ανιλίνη, ασετιλίνη, βατ, βακελίτης, βάριο, βενζόλη, βενζόη, βόριο, βρόμιο, βισμούθιο, βιτριόλι, βηρύλλιο, βολταικός, βουλκανισμός, γραφίτης, γρανίτης, δολομίτης, εβονίτης, ιρίδιο, θόριο, κάδμιο, κάλιο, καρμίνιο, κέσιο, κετόνες, κιλοβάτ, κιλοβατώρα, κολοφώνιο, κουλόμπ, λανολίνη, λιγνίτης, μαγδαλήνιο ή μαγδαλένιο, μελαμίνη, μεγαβάτ, μπεκερέλ, μολυβδένιο, νετρόνιο, νικελιούχος, παραθείο, πεντάνιο, παραφίνη, πασκάλ, ριπολίνη, υπερίτης, χλώριο, χλωροφόρμιο) Ακόμα και το υδρογόνο ή το οξυγόνο ή το φθόριο, ή το αιθύλιο προέρχονται από τη γαλλική μετάφραση παρά το γεγονός ότι στην ουσία είναι αντιδάνεια αφού προυπήρχαν οι ρίζες στα αρχαία ελληνικά. Και βέβαια και τα παράγωγα επίθετα π.χ ακρυλικός Περιοδικός πίνακας των στοιχείων στα γαλλικά

16. ΕΘΝΙΚΟΤΗΤΕΣ Κρεολός, κρεολή, απάχης, απάχισσα

17. Ανένταχτα (α προπό, αρζαντέ, βεριτάμπλ, βουαλά, εξτραφόρ, κομπλιμάν, μερσί, λετρίνα, λινοτύπης, λινοτυπία, μαμαζέλ ή μαμζέλ, μετρέσα, μουσώνας, μπιέλα, μπλαζέ, μπολερό, μπορ, μποά, μενίρ, μπριγιόλ, νέον, νευρογλοία, νιόβιο, ντάλια, ντεκαπάν, ντεμπιτάντ, ντιστενγκέ, ντολμέν, ντουμπλές, οδαλίσκη, όζη, οντουλάρω, οντουλασιόν, ο λα λα, ορλόν, όσκολο, Παριζιάνος, παρντόν, παρτούζα, πατ, πατ ντε φλερ, πατσουλί, πεκινουά, πιάν, πιρουέτα, πινάκλ, πλαστρόν, πορτμπονέρ, πουλέν, πρέφα, ραμολί, ρουμπίνι, ρουτίνα, σαντρέ, σαξ, σατομπριάν, σερζ, σκαμπίλι, σερσέ λα φαμ, σου, σουμπλιμέ, συλφίδα, ταρταρίνος, τουλίπα, τουπέ, τουρμπίνα, τουρνικέ, τραλαλά, τρενάρω, τρικ, φαγιάντσα ή φαγιάνς, φλου, φρίζα, φρου φρου, χαμίνι)

18. Γαλλικές Σπεσιαλιτέ εδώ

19. Νομίζω πως ακόμα και ιταλικές λέξεις πέρασαν στα ελληνικά μέσω της γαλλικής όπως παρμεζάνα, παρτιζάνος

20. Υπάρχουν επίσης πολλές λέξεις επιστημονικές που έχουν περάσει από τα γαλλικά στα ελληνικά και χρησιμοποιούν κατά το ήμιση ή και 100% ελληνικές ρίζες όπως αγνωστικισμός ή αγνωσιαρχία, αγραμματισμός, ακρομεγαλία, ανοξία, αντιβιόγραμμα, αντίγονο ή αντιγόνο, αστιγματικός, αστιγματισμός, βακτηριολογία, βακτηριολογικός, βαρόμετρο, βιογένεση, βιογενετική, βιοθεραπεία, βιοκλιματολογία, βιονική, βιονομία, βιόσφαιρα, βιότοπος, βοτανική, βρογχεκτασία, βροντόσαυρος, μυοκλονία, μυοπάθεια, οικολογία, οικοσύστημα, ολόγραμμα, ολογραφία, οξαλικός, ορμόνη, όσμιο, ουβερτούρα, πανζοωτία, παραφασία, παραψυχικός, παρνασσισμός, περίμετρο, πολυτραυματίας, πολεμολογία, προθρομβίνη, πρωτείνη, σακχαρίνη, σκάφανδρο, σκεπτικισμός, τραχειίτιδα, σπληνογραφία, στατιστικός, στερεογραφία, στερεοσκόπιο, στερεοστατική, στερεοσκόπιο, στερεότυπος, στερεοφωνία, στερεοφωτογραφία, στερεοχρωμία, στρατόσφαιρα, στρεπτόκοκκος, στρυχνίνη, στυλογράφος, συνδικαλίζομαι, συνδικαλισμός, συνδικαλιστής, συνδικαλίστρια, συνδικάτο, τηλεγραφία, τηλέγραφος, τηλεκάρτα, τηλεπάθεια, τηλεσκόπιο, τηλέφωνο, τοξικομανία, τοξίνη, τραγικοκωμωδία ή τραγικωμωδία, τραχειοβρογχικός, τραχειοβρογχίτιδα, τριγωνομετρία, τυπογραφία, τυπογράφος, υδρογραφία, υδροθεραπεία, υδροκεφαλία, υδροκλιματολογία, υδρολογία, υδροστατικός, υπνωτίζω, υπνωτισμός, υποβιταμίνωση, υποθάλαμος, υποχλωρυδρία, υστερία, φαντασμαγορία, φαρμακογνωσία, φαρμακολογία, φαρυγγίτιδα, φαρυγγολαρυγγίτιδα, φαρυγγοτομία, φιλελληνισμός, φλεβίτιδα, φοβία, φυλλοξήρα ή φυλλοξέρα, φυτολογία, φωνογράφος ή φωνόγραφος, φωνομετρία, φωνόμετρο, φωτογραφία, φωτογράφος, χαλκογραφία, χλωροφύλλη, χολοκυστεκτομή, χολοκυστίτιδα, χολοκυστογραφία, χροναξία, χρωμολιθογραφία, ψευδάρθρωση, ψυχασθένεια, ψυχιατρική, ψυχίατρος, ψυχοαναληπτικός, ψυχογένεση, ψυχοθεραπεία, ψυχοληπτικός, ψυχολογία, ψυχομετρία, ψυχοπάθεια, ψυχοπαθολογία, ψυχοπαιδαγωγικός, ψυχοτονικός, ψυχοτρόπος, ψυχοφυσικός, ψυχομετρία, ψυχρόμετρο, ψυχρόφιλος, ψύχωση, ωσμόμετρο, ώσμωση, ωτορινολαρυγγολογία, ωτοσκλήρυνση ή ωτοσκλήρωση, ωτοσκόπηση ή ωτοσκοπία, ωτοσκόπιο

21. Άπειρα μεταφραστικά δάνεια όπως αγαθοπιστία bonne -foi, φερέφωνο, porte-voix, εγκιβωτίζω encaisser, εγκληματολογία criminologie, εγκλιματίζω acclimater, αντιολισθητικός antidérapant, ανακατακτώ reconquérir, αγγλισμός anglicisme

22. Το ίδιο άπειρα σημασιολογικά δάνεια. Ενδεικτικά : αγγειολογία angiologie, αγγειοσυσταλτικός vaso-constricteur, αβράκωτος sans culotte, άβυσσος abysse , αγένεια bassesse, αγενής ignoble, ταπεινής καταγωγής αγαπώ aimer αγαπώ στο λεξικό Τριανταφυλλίδη [αρχ. ἀγαπῶ (3β: λόγ. σημδ. γαλλ. aimer)] κτλ

23. Λόγια αβιταμίνωση avitaminose, αγγειογραφία angiographie, αγγειοδιασταλτικός vasodilatateur, αγγλόφιλος anglophile

24. Λογ. σημδ. όπως αγαθό biens [αρχ. ἀγαθόν, πληθ. (στη σημ. 1α) τά ἀγαθά (1β: λόγ. σημδ. γαλλ. biens· 2α: λόγ. < αρχ. ἀγαθόν· 2β: ελνστ. σημ.)] 25 Λόγια που προέρχονται από τα αρχαία ελληνικά όπως π.χ αγγελία annonce [λόγ. < αρχ. ἀγγελία `δημόσια διακήρυξη΄ σημδ. γαλλ. annonce] 26 Τυχαία - Επιπρόσθετα απλικατέρ, απολιτίκ, αξάν, αραμπέσκ, βενεδικτίνη, βουαλάζ, γκαραζιέρης, ζιγκόν (καρέκλες), καστόρ, καμπαρντινέ, κουπλέ, κομπλικέ, μεταλλιζέ, ντεζά βυ ή ντεζαβού, παντοφλέ, αντίβ, σικορέ, ταμπλό βιβάν, απλικέ, λασσέ, μαδρέν, μπαναλιτέ, σοφρουά (σάλτσα), αμερικανιζέ, μπραιζέ, αρμ (στρατός), κρεμ ρουαγιάλ, (σως) μπαβαρουάζ, μπρουτάλ, κου ντε φουντρ, γκαγκά. Προσοχή όμως, υπάρχουν καμιά δεκαπενταριά ψευδόφιλα!!! (faux-amis) Είναι νορμάλ! [] Eτυμολογικές απαντήσεις Αλήθεια ποιος ήξερε ότι η λέξη καπούτ προέρχεται από τα γαλλικά; καπούτ επίθ |άκλ| (εκφραστ.) 1. κατεστραμμένος, αχρηστευμένος: το αυτοκίνητο είναι ~ 2. νεκρός. [ΕΤΥΜ. γερμ. kaputt γαλλ. (être capot), όρος της χαρτοπαικτικής, που προσδιoρίζει εκείνον που δεν έχει κανένα βαθμό.] Ενδιαφέρουσες ετυμολογήσεις (και παρετυμολογήσεις) παρουσιάζει το άρθρο στη γερμανική βίκι: α) Την πιο πάνω, της γαλλικής προέλευσης για το χαρτοπαίγνιο, και της απώτερης σύνδεσης με το λατινικό caput, «κεφάλι» (βλ. τη ζαζουλοπαραπομπή και τα προηγούμενά της), την οποία και θεωρεί επικρατέστερη. β) Τη σύνδεση με τη λέξη kappóres στα γίντις, που είναι οι κότες που σφάζουν τις ημέρες της συμφιλίωσης και προέρχεται από εβραϊκό kappóret. Όπως όμως αναφέρεται στις σελίδες της συζήτησης του άρθρου, η παρουσία του r δείχνει μάλλον αντίστροφη πορεία: στη λέξη των γίντις ενσωματώθηκε η έννοια του καπούτ. γ) Την απευθείας προέλευση από τα μσν. εκκλησιαστικά λατινικά. Όμως, ο τονισμός του λατινικού (κάπουτ) κάνει επίσης λιγότερο πιθανή αυτή την απευθείας προέλευση. To Online Etymology Dictionary δέχεται την ετυμολόγηση του γαλλ. capot (της φράσης être capot) από το ομόγραφό του, επίσης γαλλικό, capot "κάλυμμα" το οποίο όντως προέρχεται από το λατ. caput. Μερικά ενδιαφέροντα (τουλάχιστον κατ' εμέ ) στοιχεία με αφορμή το συγκεκριμένο capot (δηλαδή για τον όρο τής χαρτοπαικτικής, από το πικέτο): Το ΕΛΝΕΓ (2009) αναφέρει ότι η φράση faire capot σημαίνει «βάζω σε κάποιον κουκούλα — (μτφ.) εκμηδενίζω, εξουδετερώνω». Σε αυτό συμφωνεί και το Dictionnaire Le Littré (λήμμα capot 2). Επομένως το απώτατο έτυμον όντως ανάγεται στο λατ. caput. Το (αγγλόφωνο) RHWUD έχει λήμμα capot για τον χαρτοπαικτικό όρο. Και αυτό αναφέρει ότι η λέξη προέρχεται από τη φράση faire capot, η οποία όμως επισημαίνει πως είναι ναυτική και σημαίνει «αναποδογυρίζω». Αυτό στα γαλλικά λέγεται capoter, και (σύμφωνα πάντα με το Dictionnaire Le Littré) προέρχεται από το χαρτοπαικτικό capot. Άρα μάλλον εδώ μας τα μπερδεύει το RHWUD (καθότι η ναυτική σημασία «αναποδογυρίζω» είναι που προήλθε από τον χαρτοπαικτικό όρο, και όχι το αντίθετο). Μια που είμαστε στο «αναποδογυρίζω», αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι και η αγγλική αντίστοιχη λέξη φαίνεται να είναι συγγενική: πρόκειται για το ρ. capsize. Εδώ δεν υπάρχει βέβαιο έτυμον, ωστόσο έχει προταθεί από τον Skeat η αναγωγή στο ισπανικό capuzar "βυθίζω με το κεφάλι", το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το cabo "κεφάλι" (να το πάλι το λατ. caput από πίσω!) και το chapuzar "βουτώ". Αλλά και η άλλη γαλλική ναυτική λέξη που δηλώνει το «αναποδογυρίζω», δηλαδή το ρ. chavirer, έχει πάλι το λατ. caput από πίσω της, καθότι προέρχεται από το cha που αντιστοιχεί στο "κεφάλι" (με τον μηχανισμό που έδωσε από το λατ. caput το γαλλ. chef και το αγγλ. chief) και το virer "στρέφω". Τώρα, βέβαια, και το virer παρουσιάζει το δικό του ενδιαφέρον: Το Dictionnaire Le Littré λέει ότι το v (στο virer) δεν μπορεί να προέρχεται από κάποια μεταβολή τού λατ. g ώστε να αναχθεί στο λατ. gȳrāre "στρέφω", και θεωρεί ότι το υστλατ. virare αποτελεί βαρβαρικό δάνειο — ωστόσο το ΕΛΝΕΓ (λήμμα βίρα) αναφέρει ότι το βεν. virar "στρέφω" προέρχεται μετά βεβαιότητος από το υστλατ. gȳrāre (με επίδρ. τού λατ. vibro "πάλλω", προφανώς για να δικαιολογηθεί η τροπή g->v), το οποίο gȳrāre προέρχεται από το ελλην. γύρος (δηλ. αντιδάνεια τα βίρα και βιράρω, κατά το ΕΛΝΕΓ). Το (επίσης αγγλόφωνο) Oxford λημματογραφεί κι αυτό τον χαρτοπαικτικό όρο capot, αλλά δίνει άλλη ετυμολογία: Συγκεκριμένα αναφέρει ότι πιθανόν προέρχεται από το ρ. capoter, παράλληλο διαλεκτικό τύπο τού ρ. chapoter που σημαίνει "ευνουχίζω" . Για τούτο 'δώ το chapoter την ετυμολογία θα την αναζητήσουμε μέσω του chapon "ευνουχισμένος κόκορας", λέξη η οποία υπάρχει σε πολλές γλώσσες (capon στα αγγλικά). Στα ελληνικά λέγεται καπόνι (ήδη μεσαιωνικό) και ακόμη πιο πριν, στους ελληνιστικούς χρόνους, λεγόταν κάπων — και όλες αυτές οι λέξεις ανάγονται στο λατ. capo (με την ίδια σημασία).

Και μια λιγότερο πλήρης συλλογή λέξεων από τα γαλλικά (1385 λέξεις) από το λεξικό του Φυτράκη - Τεγόπουλου Γαλλικές λέξεις στα Ελληνικά

Παραθέτω αυτούσιο άρθρο που βρήκα στο Ίντερνετ.

Mπορεί μετά το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι διεθνείς πολιτικοοικονομικές συνθήκες να μείωσαν την κυριαρχία της γαλλικής ως διεθνούς γλώσσας, απομεινάρια γαλλικά όμως καμουφλαρίστηκαν και παρέμειναν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στην ομιλούσα γλώσσα μας ως λεκτικοί συνοδοιπόροι. Πόσο γαλλίζει σήμερα η γλώσσα μας; Πολύ.

Σε αντίθεση προς την αγγλοαμερικανική, η γαλλική άσκησε επίδραση στη νέα ελληνική στον τομέα της μορφολογίας, όπου επιθήματα γαλλικά χρησιμοποιούνται και σε λέξεις με ελληνική βάση, όπως -εξ (γαλλ. -ex), π.χ. ντούμπλεξ, τέλεξ αλλά και αφρολέξ, στρωματέξ, -ερί (γαλλ. -erie), π.χ. καροσερί αλλά και ουζερί, -έρα (γαλλ. -ier/ie re), π.χ. καφετιέρα, κρουαζιέρα αλλά και αλατιέρα, ψηστιέρα, -έ (γαλλ. -e ), π.χ. ντεφορμέ, πανέ αλλά και αγορέ, κυριλέ.

Στον τομέα του λεξιλογίου πολλοί τομείς δανείστηκαν από τη γαλλική. Nα αναφερθούμε στην ενδυμασία; H ζακέτα, η καμπαρντίνα, το μαγιό, το ταγέρ, το καρό, η γκαρνταρόμπα, η δαντέλα, το μακιγιάζ, τα μπιζού. Στα χρώματα; Tο μπλε, το καφέ, το μπορντό, το ροζ, είναι όλες λέξεις με γαλλίδα μαμά. O κατάλογος μεγάλος: Στη διακόσμηση (π.χ. αμπαζούρ, σαλόνι), στη μαγειρική (π.χ. εκλέρ, κρέπα, μπον φιλέ, ορντέβρ -βλ. και σχετικό άρθρο στο Βon Appetit), στην τέχνη και τη διασκέδαση (βεντέτα, αφίσα, κολάζ, μπαλάντα, ρεσιτάλ, ντοκιμαντέρ, σουξέ, πιόνι, φαβορί), στον αθλητισμό (γκραν πρι, μποξέρ, σκι, τουρνουά), στην τεχνολογία (καλοριφέρ, κοντέρ, μοτέρ, ρουλεμάν, καρμπιρατέρ).

Η ελληνική, επίσης, απορρόφησε πάμπολλες φράσεις και συντάξεις της γαλλικής, τις οποίες προσάρμοσε μεταφράζοντάς τες. Aυτό συνέβη κυρίως λόγω της επίδρασης που άσκησαν ελληνικές μεταφράσεις γαλλικών λογοτεχνικών και επιστημονικών έργων το 19ο και κυρίως κατά το πρώτο ήμισυ του 20ού αιώνα. Tότε ήταν που καθιερώθηκε μεγάλος αριθμός δανείων αλλά και πλήθος όρων που πλάστηκαν στα ελληνικά για να αποδώσουν γαλλικούς όρους. Oρισμένες από αυτές: Eλαβε χώρα (a eu lieu), κατά πάσα πιθανότητα (selon toute probabilite), πήρε διαστάσεις (a pris des dimensions), παίρνω ενεργό μέρος (prendre une part active), σε τελευταία ανάλυση (en derniere analyse), στο πλαίσιο των (dans le carde des), αξίζει τον κόπο (ca vaut la peine), είμαι της γνώμης (je suis d’avis), δίνω σημεία ζωής (donner signe de vie), παίζω με τις λέξεις (jouer avec les mots), τηρώ σιγή (garder le silence), εκ πρώτης όψεως (de premiere vue), άνευ προηγουμένου (sans precedent) και άλλες πολλές. Eύλογη απορία, λοιπόν: Πώς μιλάγαμε πριν;

Προς τόνωση του εθνικού φρονήματος, ισχύει ότι σε κάθε 6 γαλλικές λέξεις, μία έχει ρίζα ελληνική.


Πηγή: Βικιλεξικό

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου